Η περιθωριοποίηση του λαϊκού παράγοντα μπροστά στο νέο μνημόνιο, το νέο κατόρθωμα του ρεφορμισμού
Το τρίτο κατά σειρά - και πρώτο «αριστερό»- αντιλαϊκό μνημόνιο παρά το γεγονός ότι θα είναι αντίστοιχης βαρβαρότητας με τα προηγούμενα (αν όχι μεγαλύτερης, πράγμα που θα φανεί κατά την προώθηση των δεκάδων εφαρμοστικών νόμων) έχει συναντήσει τις μικρότερες σε σχέση με το παρελθόν λαϊκές αντιστάσεις. Οι κινητοποιήσεις που έγιναν επέστρεψαν στην περιορισμένη μαζικότητα του κύκλου των αριστερών αγωνιστών και η οργή του παρελθόντος έδωσε για την ώρα τη θέση της (ακόμα και σε πολλούς από τους συμμετέχοντες στις κινητοποιήσεις) στην απογοήτευση και στην αίσθηση της ματαιότητας και του αδιεξόδου.
Στο φόντο αυτό δεν είναι περίεργο που οι πιο μαύρες αντιδραστικές δυνάμεις του ιμπεριαλισμού και της αστικής τάξης προχωρούν σχέδιο ποινικοποίησης κάθε αμφισβήτησης της ΕΕ και του μονόδρομου της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, στοχεύοντας ακόμα και σε αστούς παράγοντες (Βαρουφάκη) που θεωρούσαν ότι θα στηριχτούν στον υπερταλαντικό ιμπεριαλιστή.
Αν έχει παρακολουθήσει κανείς τα υλικά και τις εκτιμήσεις της οργάνωσής μας όλη την προηγούμενη περίοδο, θα έχει διαπιστώσει ότι δεν είμασταν καθόλου αισιόδοξοι για τις εξελίξεις. Η εκτίμησή μας πήγαζε από την πάγια θέση μας ότι τα πάντα καθορίζονται από την έκβαση της ταξικής πάλης και ότι η περιθωριοποίηση του λαϊκού παράγοντα και η παρατεταμένη υποστολή του κινήματος (με κάποιες εξαιρέσεις) μετά το Φλεβάρη του ΄12 και τις διπλές εκλογές Μάη – Ιούνη του ’12, αποτελούσε εγγύηση για παραπέρα αντιδραστικοποίηση των εξελίξεων και για γενικευμένη αποθράσυνση των δυνάμεων του συστήματος απέναντι στον εχθρό λαό.
Χωρίς να υποβαθμίσουμε τις λαϊκές διαθέσεις που οδήγησαν το ΣΥΡΙΖΑ στην κυβερνητική εξουσία το Γενάρη που μας πέρασε, αντιπαρατεθήκαμε από την πρώτη μέρα στη λογική του χρόνου ανοχής στη νέα κυβέρνηση και διατυπώσαμε ανοιχτά την εκτίμηση ότι η αλλαγή σκυτάλης στην κυβέρνηση δεν πρόκειται να ανοίξει καμία νέα δυνατότητα στην ανάπτυξη κινήματος και απελευθέρωσης της δυναμικής του. Αλλωστε, από την αρχή είπαμε ότι το «στοίχημα» του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν άλλο από το να καταφέρει να αποτελέσει φορέα της αστικής τάξης στα παζάρια της (στο βαθμό υποταγής της, δηλαδή) με τον ιμπεριαλισμό και, άρα, το νέο φορέα υλοποίησης της μνημονιακής βαρβαρότητας.
Αντίστοιχη ήταν η εκτίμησή μας στην άλλη μεγάλη στιγμή «αναβρασμού» και «ιστορικής ευκαιρίας» όπως έλεγαν άλλες δυνάμεις, στο γνωστό δημοψήφισμα. Σε αυτό δεν έιδαμε καμία δυνατότητα «αριστερής στροφής» και «στήριξης στο λαό» από την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά μια προσπάθεια από τη μεριά της να εμπλέξει το λαϊκό παράγοντα στη διαπραγμάτευσή της με την τρόικα αλλά και στην εκστρατεία πολιτικής της επιβίωσης ως πολιτική ομάδα διαχείρισης των τυχών του συστήματος.
Ολη αυτή η περίοδος σοβαρών προβλημάτων στην ανάπτυξη κινήματος συνοδεύτηκε εκ μέρους της μεγάλης πλειοψηφίας της αριστεράς από συνεχή και παρατεταμένη πολιτική ανοησία και «χαζοχαρουμενιά» ανακατεμένη με απελπισία και μικροαστική βιασύνη, από αλλεπάλληλα κύματα ρεφορμιστικών αυταπατών και από μεγάλες προσμονές και ακόμα μεγαλύτερα λόγια – συνοδευμένα από μικρές πράξεις. Και βέβαια από σχεδόν ολοκληρωτική αναχώρηση από τα ταπεινά καθήκοντα της ταξικής πάλης.
Δε συζητάμε βέβαια για την ίδια την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ που έχει οχυρωθεί πίσω από την «ανάγκη» να παραμείνει στην κυβερνητική εξουσία και ούτε λίγο ούτε πολύ καλεί το λαό να τα ανεχτεί όλα μην τυχόν και πέσει η «κυβέρνησή του»! Και χρησιμοποιεί και έναν ιδιότυπο νέο μεσσιανισμό για το μεγάλο ηγέτη Τσίπρα, που «αυτός ξέρει», που «έδωσε τη μάχη, αλλά τι να κάνουμε, δε γινόταν παραπάνω» κλπ.
Συζητάμε για τους άλλους. Που με πολλά «αριστερά» εύσημα βούτηξαν χωρίς καμία αιδώ με τα μούτρα στο έργο της παραγωγής αποπροσανατολισμού και ψευδαισθήσεων. Αλλοι από αυτούς εκτιμούσαν ότι με τη βοήθεια μιας αριστερής κινηματικής «διόρθωσης», ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να έρθει σε σύγκρουση με τους ληστές - ιμπεριαλιστές της ΕΕ (για τους άλλους ούτε λόγος). Αλλοι πως, ό,τι κι αν έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ, οι αντιφάσεις του θα απελευθέρωναν το λαϊκό και εργατικό κίνημα και ότι θα βρισκόμασταν σε σχεδόν προεπαναστατική κατάσταση. Αλλοι ότι το συντριπτικό ΟΧΙ του δημοψηφίσματος θα δέσμευε την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να μην υπογράψει νέο μνημόνιο και θα οδηγούσε το λαό στους δρόμους να το αποτρέψει.
Τώρα που όλοι οι βερμπαλισμοί και όλες οι αυταπάτες έχουν ανατιναχτεί δεν υπάρχει ίχνος αυτοκριτικής. Δικαιωμένοι το παίζουν εκείνοι (που τους αξίζει χρυσό μετάλλιο πολιτικής αλητείας και σαλτιμαγκισμού) που τόσα χρόνια έπαιζαν το ρόλο του πρώην εξωκοινοβουλίου που μεταλλάχθηκε σε κανονική αριστερά και που έκαναν τα πάντα για να παραδώσουν ένα πρώην αγωνιστικό δυναμικό βορά στο ΣΥΡΙΖΑ. Δικαιωμένοι το παίζουν και εκείνοι που έβλεπαν ευκαιρίες ανάπτυξης κινήματος σε συνθήκες… αντιφατικών κυβερνήσεων! Ούτε ίχνος αυτοκριτικής από κανέναν.
Όχι πως αυτό (η έλλειψη αυτοκριτικής μπροστά στην κατάρρευση των πολιτικών τους «σχεδίων») δεν αποτελεί σοβαρό πρόβλημα. Το ακόμα σοβαρότερο, όμως, πρόβλημα είναι ότι ακριβώς αυτές οι παραπάνω πολιτικές κατευθύνσεις όχι μόνο δεν είχαν θετική επίδραση στο κίνημα, όχι μόνο δεν το άφησαν ανεπηρέαστο, αλλά συνέτειναν σημαντικά στον αφοπλισμό του, στο πέταγμα του λαού από τους δρόμους, στην αναμονή για κυβερνητικές λύσεις που, υποτίθεται, αν δεν έλυναν το πρόβλημα, σίγουρα θα άνοιγαν νέες σελίδες στη λαϊκή πάλη.
Ο ρεφορμισμός και ο οπορτουνισμός, βέβαια, είναι καταδικασμένοι να μη διδάσκονται από τα στραπάτσα που τρώνε. Αλλά να ανακυκλώνουν τα ίδια αδιέξοδα, να εκστασιάζονται με τα νέα περιτυλίγματα (που οι ίδιοι επινοούν) μιας χρεοκοπημένης γραμμής, να συνεχίζουν να συμβάλουν στην πολιτική, ιδεολογική και οργανωτική αποσυγκρότηση του λαού και της εργατικής τάξης. Το χειρότερο, λοιπόν είναι ότι αυτή η έλλειψη αυτοκριτικής υπάρχει για τον απλό λόγο ότι η μεγάλη πλειοψηφία των οργανώσεων της αριστεράς συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο που μας έφτασε εδώ.
Ούτε μια σύσκεψη δεν έχει γίνει τελευταία για την ανάγκη να οργανωθεί μια μεγάλη επιτυχημένη απεργία ενάντια στο νέο μνημόνιο. Ούτε μια εκδήλωση για το πώς θα αναπτυχθεί και θα ενισχυθεί η αντιιμπεριαλιστική πάλη. Ούτε ένα φόρουμ συζήτησης για τον τρόπο οργάνωσης και τους στόχους πάλης του κόσμου της ανεργίας. Αντίθετα, λίστες με υπογραφές και εκδηλώσεις πάνε κι έρχονται με στόχο το διαγκωνισμό στο κεντρικό πολιτικό πεδίο για το ποιος θα καταλάβει τη θέση του «παλιού – καλού ΣΥΡΙΖΑ», τώρα που αυτός την εγκαταλείπει.
Ο στόχος ξεπεράσματος του 3% και η φιλοδοξία κατάκτησης ρόλου στο κεντρικό πολιτικό πεδίο και δημιουργίας νέου ρεφορμιστικού πόλου επανασυνδέει παλιούς εχθρούς, διαγκωνίζει άσπονδους συντρόφους και γελοιοποιεί παντελώς την πολιτική αρχών, που υποτίθεται χαρακτηρίζει την αριστερά.
Και, ασφαλώς, αναπαράγει την περιθωριοποίηση του λαϊκού παράγοντα.
Προλεταριακή Σημαία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.